Blogger news

Το Αλεποχώρι στον νομό Έβρου, είναι ένα παλαιό και μικρό χωριό στα δυτικά του Διδυμοτείχου και εγγύτατα στα σύνορα με τη Βουλγαρία. Ελληνικό χωριό, παλαιόθεν.
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 08. Θρησκευτικά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 08. Θρησκευτικά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα, Φεβρουαρίου 23, 2015

23 Φεβρουαρίου Καθαρά Δευτέρα







Η Καθαρά Δευτέρα σηματοδοτεί την έναρξη της Σαρακοστής και παράλληλα το τέλος της Αποκριάς. Πήρε την ονομασία της από τους Χριστιανούς, γιατί με την έναρξη της νηστείας «καθαρίζονταν» πνευματικά και σωματικά. Η νηστεία διαρκεί για 40 μέρες, όσες ήταν και οι μέρες νηστείας του Χριστού στην έρημο.
Την Καθαρά Δευτέρα συνηθίζεται να τρώμε λαγάνα (άζυμο ψωμί που παρασκευάζεται μόνο εκείνη τη μέρα), ταραμάς και άλλα νηστίσιμα φαγώσιμα, κυρίως λαχανικά, όπως και φασολάδα χωρίς λάδι. Επίσης, συνηθίζεται το πέταγμα χαρταετού.
Η Καθαρά Δευτέρα εορτάζεται 48 ημέρες πριν την Κυριακή της Ανάστασης του Χριστού, το χριστιανικό Πάσχα.
Τα έθιμα της Καθαράς Δευτέρας στην Ελλάδα
Από παλιά, η Καθαρά Δευτέρα πέρασε στη συνείδηση του λαού σαν μέρα καθαρμού. Οι βυζαντινοί την Καθαρά Δευτέρα την ονόμαζαν Απόθεση -Απόδοση και τελούσαν δρώμενα. Τραγουδούσαν σχετικά άσματα, από τα οποία έχουν σωθεί μικρά μέρη μέχρι στις μέρες μας. «Ίδε το έαρ το καλόν πάλιν επανατέλλει, φέρον υγείαν και χαρά και την ευημερίαν».
Το πέταγμα του χαρταετού είναι ένα έθιμο μεταγενέστερο. Κούλουμα ονομάζεται η καθαροδευτεριάτικη έξοδος στην εξοχή και το πέταγμα του αετού. Οι χριστιανοί, παρέες παρέες, βγαίνουν στην εξοχή, παίρνοντας μαζί τους νηστίσιμα φαγητά και το ρίχνουν στη διασκέδαση και το χορό.
Σε όλη η Ελλάδα οι κάτοικοι υποδέχονται τη Σαρακοστή με τα δικά της ξεχωριστά έθιμα.  Σε όλη σχεδόν την Ελλάδα –και σε διάφορες παραλλαγές– το χορευτικό δρώμενο, το λεγόμενο Γαϊτανάκι, έθιμο που έφεραν μαζί τους οι πρόσφυγες της Μικράς Ασίας, ξεσηκώνει μικρούς και μεγάλους.

  • Ο βλάχικος γάμος της Θήβας, πανάρχαιο έθιμο που πραγματοποιείται παραδοσιακά με το ξύρισμα του γαμπρού και το στόλισμα της νύφης, η οποία στη πραγματικότητα είναι άνδρας.
  • Το έθιμο του Αγά –με ρίζες στην Τουρκοκρατία– αναβιώνει στα Μεστά και στους Ολύμπους της Χίου. Ο Αγάς, αυστηρός δικαστής, δικάζει και καταδικάζει με χιούμορ και πειράγματα τους θεατές του εθίμου.
  • Στην Αλεξανδρούπολη, ένας κάτοικος μεταμφιέζεται σε Μπέη και περιδιαβαίνει την πόλη μοιράζοντας ευχές για το καλό.
  • Στο Λαϊκό Δικαστήριο Ανήθικων Πράξεων στην Κάρπαθο ανταλλάσσονται απρεπείς χειρονομίες μεταξύ των θεατών, και γι' αυτό οδηγούνται στο «δικαστήριο» από τους Τζαφιέδες (χωροφύλακες), προς απονομή δικαιοσύνης από τους σεβάσμιους του νησιού.
  • Το έθιμο του αλευρομουτζουρώματος συναντάμε στο Γαλαξίδι, με τους καρναβαλιστές να χορεύουν κυκλωτούς χορούς αλευρωμένοι και μουτζουρωμένοι!
  • Του Κουτρούλη ο Γάμος στη Μεθώνη –η αναβίωση ενός πραγματικού γάμου που άφησε εποχή κατά τον 14ο αιώνα– συντελείται κάθε Καθαροδευτέρα με έντονη σατυρική διάθεση και πειράγματα για τη νύφη.
  • Το έθιμο του Αχυρένιου Γληγοράκη στη Βόνιτσα, όπου ένας αχυρένιος ψαράς δεμένος σε γάιδαρο γυρνάει σε όλο το χωριό για να καταλήξει σε μια φλεγόμενη βάρκα ανοιχτά της θάλασσας.

Τι εννοούμε λέγοντας Κούλουμα
Τα κούλουμα από τόπο σε τόπο γιορτάζονται διαφορετικά, με διάφορες εκδηλώσεις. Παντού, όμως, επικρατεί κέφι, χορός και τραγούδι. Για την ετυμολογία της λέξης κούλουμα υπάρχουν πολλές εκδοχές. Κατά τον Νικόλαο Πολίτη, πατέρα της ελληνικής λαογραφίας, η λέξη προέρχεται από το λατινικό Cumulus (κούμουλους) που σημαίνει σωρός, αφθονία αλλά και το τέλος. Εκφράζει δηλαδή το τέλος, τον επίλογο της Απόκριας. Σύμφωνα με μία άλλη εκδοχή, προέρχεται από μία άλλη λατινική λέξη, τη λέξη «κόλουμνα», δηλαδή «κολώνα». Κι αυτό, επειδή το πρώτο γλέντι της Καθαράς Δευτέρας στην Αθήνα έγινε στους Στύλους του Ολυμπίου Διός.


Πηγή: Τι γιορτάζουμε την Καθαρά Δευτέρα -Εθιμα από όλη την Ελλάδα | iefimerida.gr http://www.iefimerida.gr/news/145439/%CF%84%CE%B9-%CE%B3%CE%B9%CE%BF%CF%81%CF%84%CE%AC%CE%B6%CE%BF%CF%85%CE%BC%CE%B5-%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CE%BA%CE%B1%CE%B8%CE%B1%CF%81%CE%AC-%CE%B4%CE%B5%CF%85%CF%84%CE%AD%CF%81%CE%B1-%CE%B5%CE%B8%CE%B9%CE%BC%CE%B1-%CE%B1%CF%80%CF%8C-%CF%8C%CE%BB%CE%B7-%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CE%B5%CE%BB%CE%BB%CE%AC%CE%B4%CE%B1#ixzz3QUIDo3cH






Τρίτη, Φεβρουαρίου 10, 2015

10 Φεβρουαρίου Άγιος Χαράλαμπος ο Ιερομάρτυρας




Βιογραφία
Ο Άγιος Χαράλαμπος ήταν ιερεύς στη Μαγνησία της Μικράς Ασίας και έζησε επί αυτοκρατορίας του Σεπτιμίου Σεβήρου (193 - 211 μ.Χ.). Όταν το έτος 198 μ.Χ. ο Σέβηρος εξαπέλυσε απηνή διωγμό κατά των Χριστιανών, ο έπαρχος της Μαγνησίας Λουκιανός, συνέλαβε τον Άγιο και του ζήτησε να αρνηθεί την πίστη του. Όμως ο Άγιος όχι μόνο δεν το έκανε αυτό, αλλά αντίθετα ομολόγησε στον έπαρχο την προσήλωσή του στον Χριστό και δήλωσε με παρρησία ότι σε οποιοδήποτε βασανιστήριο και να υποβληθεί δεν πρόκειται να αρνηθεί την πίστη της Εκκλησίας. Τότε η σκοτισμένη και σαρκική ψυχή του Λουκιανού επέτεινε την οργή της και διέταξε να αρχίσουν τα φρικώδη βασανιστήρια στο γέροντα ιερέα. Πρώτα τον γύμνωσαν και ο ίδιος ο Λουκιανός, παίρνοντας το ξίφος του προσπάθησε να πληγώσει το σώμα του Αγίου. Όμως αποκόπηκαν τα χέρια του και έμειναν κρεμασμένα στο σώμα του Ιερομάρτυρα και μόνο ύστερα από προσευχή του Αγίου συγκολλήθηκαν αυτά πάλι στο σώμα και ο ηγεμόνας κατέστη υγιής. Βλέποντας αυτό το θαύμα του Αγίου πολλοί από τους δημίους πίστεψαν στον αληθινό Θεό.

Με το ζόφο στο νου και με τη θηριωδία στην καρδιά, ο έπαρχος έδωσε εντολή να διαπομπεύσουν τον Άγιο και να τον σύρουν διά μέσου της πόλεως με χαλινάρι. Τέλος, διέταξε τον αποκεφαλισμό του Αγίου, ο οποίος με το μαρτύριό του έλαβε το αμαράντινο στέφανο της δόξας σε ηλικία 113 ετών.

Περί των Λειψάνων του Αγίου Χαραλάμπους δεν υπάρχουν συγκεκριμένες μαρτυρίες. Η μοναχή Θεοτέκνη Αγιοστεφανίτισσα στο Συναξάρι του Αγίου Χαραλάμπους (1995 μ.Χ.), καταχωρεί πληροφορίες σχετικά με την τιμία Κάρα του Αγίου, η οποία φυλάσσεται στη Μονή Αγίου Στεφάνου Μετεώρων. Σύμφωνα με τις πληροφορίες αυτές, η Κάρα του Αγίου δωρήθηκε στη Μονή από τον Ηγεμόνα της Βλαχίας Βλαδισλάβο, το 1412 – 1413 μ.Χ., μαζί με δύο κτήματα στο Μετόχι Μπουτόϊ. Για την εποχή και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες βρέθηκε το πολύτιμο αυτό κειμήλιο στη Βλαχία, δεν σώθηκαν πληροφορίες. Επίσης, τμήματα της τιμίας κάρας του Αγίου Χαραλάμπους φυλάσσονται και στον ομώνυμο προσκυνηματικό ναό της κωμοπόλεως Θεσπιών της Βοιωτίας.







Δευτέρα, Φεβρουαρίου 02, 2015

2 Φεβρουαρίου Υπαπαντή του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού




Βιογραφία
Το γεγονός αυτό εξιστορεί ο ευαγγελιστής Λουκάς στο κεφάλαιο Β', στ. 22-35. Συνέβη σαράντα μέρες μετά τη γέννηση του παιδιού Ιησού. Σύμφωνα με το Μωσαϊκό νόμο, η Παρθένος Μαρία, αφού συμπλήρωσε το χρόνο καθαρισμού από τον τοκετό, πήγε στο Ναό της Ιερουσαλήμ μαζί με τον Ιωσήφ, για να εκτελεσθεί η τυπική αφιέρωση του βρέφους στο Θεό κατά το «πάν άρσεν διανοίγον μήτραν (δηλαδή πρωτότοκο) άγιον τω Κυρίω κληθήσεται» και για να προσφέρουν θυσία, που αποτελούνταν από ένα ζευγάρι τρυγόνια ή δύο μικρά περιστέρια. Κατά τη μετάβαση αυτή, δέχθηκε τον Ιησού στην αγκαλιά του ο υπερήλικας Συμεών (βλέπε3 Φεβρουαρίου). Αυτό το γεγονός αποτελεί άλλη μια απόδειξη ότι ο Κύριος Ιησούς Χριστός δεν ήλθε να καταργήσει τον Μωσαϊκό νόμο, όπως ισχυρίζονταν οι υποκριτές Φαρισαίοι και Γραμματείς, αλλά να τον συμπληρώσει, να τον τελειοποιήσει.

Κατά την ολονυκτία της Υπαπαντής στην Κωνσταντινούπολη, οι βασιλείς συνήθιζαν να παρευρίσκονται στο Ναό των Βλαχερνών. Η συνήθεια αυτή εξακολούθησε μέχρι τέλους της βυζαντινής αυτοκρατορίας.




Κυριακή, Φεβρουαρίου 01, 2015

1 Φεβρουαρίου Γιορτή του Αγίου Τρύφωνος του Μαρτύρου




Σὺ δὲ Τρύφων τὶ; τὸ ξίφος θνῄσκω φθάσας. Καιρὸς δὲ τίς σου τοῦ τέλους; Νουμηνία. Ἐν Φεβρουαρίοιο Τρύφων πρὸ τομῆς θάνε πρώτῃ. Τρύφων ἀληθοῦς ἀξίωσον τρυφῆς με, Γεράσιμον μέλψαντα σὰς ἀριστείας.
Βιογραφία
O Άγιος Τρύφων καταγόταν από τη Λάμψακο της Φρυγίας και έζησε στα χρόνια των αυτοκρατόρων Γορδιανού (238-244), Φιλίππου (244-249) και Δεκίου (249-251). Προερχόταν από φτωχή οικογένεια και στη παιδική του ηλικία, έβοσκε χήνες για να ζήσει. Συγχρόνως όμως μελετούσε με ζήλο την Αγία Γραφή και εκτελούσε με ευλάβεια τα θρησκευτικά του καθήκοντα. Έτσι, σιγά-σιγά ο Τρύφων με την ευσεβή φιλομάθεια του, κατόρθωσε όχι μόνο να διδαχθεί ο ίδιος, αλλά και να διδάσκει τις αιώνιες αλήθειες της πίστεως του. Γρήγορα η ευσεβής ψυχή του δέχθηκε τη χάρη του Αγίου Πνεύματος και ο Θεός αξίωσε τον Τρύφωνα να θαυματουργεί.

Όμως ο Άγιος θεράπευε όχι μόνο κάθε ασθένεια, αλλά και εξάγνιζε τις μολυσμένες από τα δαιμόνια ψυχές. Όταν ο αυτοκράτορας Γορδιανός, πληροφορήθηκε για τις θαυματουργικές ικανότητες τού Τρύφωνα, τον παρακάλεσε να θεραπεύσει την άρρωστη κόρη του. O αυτοκράτορας προσπάθησε να εκφράσει την ευγνωμοσύνη του, προσφέροντας στον Άγιο αξιώματα και χρήματα, τα οποία όμως ο Τρύφων ευγενικά αρνήθηκε.

Όταν αυτοκράτορας έγινε ο Δέκιος, εξαπέλυσε άγριο διωγμό κατά των Χριστιανών. Το 250 μ.Χ. ο Άγιος, επειδή δεν λάτρευε τους θεούς της ειδωλολατρικής θρησκείας και ήταν Χριστιανός, συνελήφθη από κάποιον στρατιωτικό που ονομαζόταν Φρόντων (ή Φόρτων) και οδηγήθηκε ενώπιον των επάρχων της Ανατολής, Τιβέριου Γράγχου και Κλαυδίου Ακυλίνου στη Νίκαια της Βιθυνίας. Ο μάντης Πομπηϊανός τον παρουσίασε στους ηγεμόνες. Ο Άγιος Τρύφων ομολόγησε με θάρρος την πίστη του. Τότε υποβλήθηκε σε φρικτά βασανιστήρια. Του κατατρύπησαν με σπαθιά όλο του το σώμα, έπειτα τον έδεσαν από τα πόδια σε άλογα και τον έσυραν, σε ώρες φοβερού ψύχους, σε δύσβατες και πετρώδεις τοποθεσίες. Εκείνος προσευχόταν και έλεγε: «Κύριε, μην τους καταλογίσεις αυτή την αμαρτία». Μετά το φρικτό μαρτύριο τον ρώτησαν αν σωφρονίσθηκε και ήθελε να θυσιάσει στα είδωλα. Ο Μάρτυρας του Χριστού απάντησε τότε στον έπαρχο Ακυλίνο: «Ανόσιε και κακών αρχηγέ, είναι δυνατόν να είσαι σωφρονισμένος, όταν είσαι μεθυσμένος από τον διάβολο; Εγώ πάντοτε περνάω τον βίο μου με σωφροσύνη, γιατί έχω τον Χριστό βοηθό της ελπίδας μου». Ύστερα από αυτό τον έκλεισαν στο δεσμωτήριο με σκοπό να του δώσουν διορία, για να απαλλαγεί από την «άνοια» αυτού και να αρνηθεί την πίστη του στον Χριστό. Λίγες ημέρες μετά ο έπαρχος κάλεσε τον Άγιο και τον ρώτησε εάν το διάστημα του χρόνου και τα βασανιστήρια τον έπεισαν να θυσιάσει στους θεούς. Ο Άγιος και πάλι ομολόγησε με πνευματική ανδρεία το Όνομα του Θεού. Τον έσυραν τότε γυμνό πάνω σε σιδερένια καρφιά, κατόπιν τον μαστίγωσαν και στη συνέχεια του έκαψαν με λαμπάδες τα πλευρά. Στο τέλος, μόλις ο Μάρτυρας παρέδωσε την ψυχή του στον Θεό λέγοντας το «Κύριε Ιησού Χριστέ, δέξαι το πνεύμα μου», απέκοψαν την τίμια κεφαλή αυτού.

Οι Χριστιανοί παρέλαβαν το τίμιο λείψανο του Μάρτυρος και αφού το έχρισαν με πολύτιμα μύρα και το τύλιξαν σε σινδόνα, το κατέθεσαν σε λάρνακα και το απέστειλαν στην πόλη της Λαμψάκου κατά την επιθυμία του.

Η Σύναξη του Αγίου Μάρτυρος Τρύφωνος ετελείτο στο Μαρτύριό του, το οποίο βρισκόταν μέσα στο σεπτό Αποστολείο του Ιωάννου του Θεολόγου, πλησίον της Μεγάλης Εκκλησίας.

Ναό αφιερωμένο στον Άγιο Τρύφωνα έκτισε ο μέγας Ιουστινιανός (527-565 μ.Χ.) στην τοποθεσία του Πελαργού Κωνσταντινουπόλεως. Μονή του Αγίου Τρύφωνος αναφέρεται και μετά τα μέσα του 9ου αιώνος μ.Χ., παρακείμενη στη Μητρόπολη Χαλκηδόνος, στην οποία εκάρη μοναχός ο μετέπειτα Πατριάρχης Νικόλαος ο Μυστικός (901-907, 912-925 μ.Χ.).
 
Ιερά Λείψανα: Η Κάρα του Αγίου βρίσκεται στη Μονή Ξενοφώντος Αγίου Όρους.
Μέρη της Κάρας του Αγίου βρίσκονται στη Μητρόπολη Άρτης και τις Μονές Μεγ. Σπηλαίου Καλαβρύτων και Ζωοδόχου Πηγής Άνδρου.
Η δεξιά (πλήν της παλάμης) του Αγίου βρίσκεται στη Μονή Κωνσταμονίτου Αγίου Όρους.
Μέρος της δεξιάς του Αγίου βρίσκεται στη Μονή Βατοπεδίου Αγίου Όρους.
Η δεξιά παλάμη του Αγίου βρίσκεται στη Μονή Προυσού Εὐρυτανίας.
Τεμάχια της δεξιάς και 9 άλλα τεμάχια του Αγίου βρίσκονται στη Μονή Παντοκράτορος Αγίου Όρους.
Ένας βραχίονας του Αγίου βρίσκεται στη Μονή Φρασινέϊ Ρουμανίας.
Μέρος χειρός του Αγίου βρίσκεται στη Μητρόπολη Θηβών και Λεβαδείας.
Μία πτέρνα του Αγίου βρίσκεται στη Μονή Διονυσίου Αγίου Όρους.
Μέρος του αριστερού ποδός του Αγίου βρίσκεται στη Μονή Παντελεήμονος Αγίου Όρους.
Αποτμήματα του Ιερού Λειψάνου του Αγίου βρίσκονται στις Μονές Κορνοφωλιάς Έβρου, Γουμένισσας Κιλκίς, Οσίου Διονυσίου Λιτοχώρου, Θεοτοκιού Άρτης, Κορώνας Καρδίτσας, Κοιμ. Θεοτόκου Λιγοβιτσίου Αιτωλοακαρνανίας, Αμπελακιώτισσας Ναυπακτίας, Σαγματά Βοιωτίας, Πεντέλης Αττικής, Νταού Πεντέλης, Οσίου Θεοδοσίου Άργους, Χρυσοπηγής Δίβρης Ηλείας, Βουλκάνου Μεσσηνίας, καθώς και Κουτλουμουσίου, Καρακάλου και Δοχειαρίου Αγίου Όρους.

Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τρυφὴν τὴν ἀκήρατον, ἰχνηλατῶν ἐκ παιδός, βασάνους ὑπήνεγκας, ὑπὲρ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, καὶ ἤθλησας ἄριστα ὅθεν τὴν τῶν θαυμάτων, κομισάμενος χάριν, λύτρωσαι πάσης βλάβης, καὶ παντοίας ἀνάγκης, Τρύφων Μεγαλομάρτυς, τοὺς σὲ μακαρίζοντας.






Τετάρτη, Μαΐου 21, 2014

Άγιος Κωνσταντίνος και Αγία Ελένη





Ιmperator Ceasar Clavdius Valerius Constantinus Augustus ήταν το πλήρες όνομα του Μ. Κωνσταντίνου από το 324 που έγινε μονοκράτωρ. Κώνστας είναι η constantia είναι η σταθερότης, η δύναμη του χαρακτήρος, και τα δύο από το ρήμα ίσταμαι και ίστημι, επομένως η προέλευση του ονόματός του εννοιολογικά είναι αρχαιοελληνική, ελληνική. Η στάση των ιστορικών απέναντι στο Μέγα Κωνσταντίνο είναι αντιφατική, άλλοι τον θεωρούν μέγα θαύμα της ιστορίας και άλλοι κυρίως ειδωλολάτρες όπως ο Ζώσιμος, τον θεωρούν καιροσκόπο. Η Ιστορία όμως τον δικαίωσε.

Η Αγία Ελένη γεννήθηκε το 249 μ.Χ. στο Δρέπανο (σημερινή Γιάλοβα) της Βιθυνίας. Αργότερα, ο Μέγας Κωνσταντίνος μετονόμασε το Δρέπανο σε Ελενόπολις, για να τιμήσει τη μητέρα του. Τη χρονολογία γέννησης την συμπεραίνουμε από την πληροφορία που μας δίνει ο Ευσέβιος (VC., 3.46) ότι η Αγία Ελένη πέθανε σε ηλικία 80 χρονών σε συνδυασμό με ιστορικά στοιχεία.

O πατέρας της ήταν ξενοδόχος, που εκείνη την εποχή θεωρείτο ταπεινό επάγγελμα. Ο Ευσέβιος εξυμνεί την αρετή και την ευφυΐα της Αγίας Ελένης. Η ενασχόλησή της με τη μελέτη του Ευαγγελίου και τα διδάγματα του Χριστιανισμού, από την παιδική ακόμη ηλικία, σκιαγραφούν μια νέα γυναίκα που διήγαγε κάποιον αξιοπρεπή βίο χωρίς να σκανδαλίζει την κοινωνία του καιρού της.

Στο Δρέπανο την γνώρισε ο νεαρός τότε Ιλλυριός αξιωματικός Κωνστάντιος Χλωρός και την ερωτεύτηκε (η Αγία Ελένη ήταν ονομαστή για την καλλονή της). Όμως και η Αγία Ελένη αγάπησε τον ευγενή στρατιωτικό και το 270 μ.Χ. τον παντρεύτηκε.

Σε αυτά τα 23 χρόνια γάμου, η Αγία Ελένη ακολούθησε το σύζυγό της στη σκληρή στρατιωτική ζωή, σε εκστρατείες στη Γερμανία, τη Βρετανία κ.α. Περίπου το 274, στη Ναϊσσό της Μοισίας (σημερινή Νίσσα της Σερβίας), η Αγία Ελένη γέννησε το γιο τους, το Μέγα Κωνσταντίνο. Το 293 ο αυτοκράτορας Διοκλητιανός διόρισε τον άνδρα της Καίσαρα των Δυτικών επαρχιών (Γαλατία, Ισπανία, Βρετανία) και επειδή νόμος απαγόρευε ανώτατο αξιωματικό να έχει σύζυγο ταπεινής καταγωγής, εκείνος την χώρισε και πήρε σύζυγο την Θεοδώρα που ήταν από αρχοντική γενιά. Τότε η Αγία Ελένη απέδειξε την αγάπη της στο πρόσωπο του Κωνστάντιου, καθώς δεν τον ενόχλησε με ψεύτικα διλήμματα. Αποχώρησε ήσυχα από τη ζωή του, αφήνοντάς του ελεύθερο το δρόμο για τη λαμπρή πορεία που ανοιγόταν μπροστά σ' εκείνον και το γιό της. Η ίδια μαζί με το γιο της το Μ.Κωνσταντίνο παρέμειναν όμηροι του Διοκλητιανού και αργότερα του Γαλέριου στη Νικομήδεια, για να εξασφαλιστεί η υπακοή του Κωνστάντιου. Όταν ο Γαλέριος αργότερα του επέτρεψε να δεί τον πατέρα του, το έκανε γιατί είχε στο νού του την εξόντωσή του, γι' αυτό του έστησε ενέδρα αλλά ο γενναίος Κων/νος το αντελήφθηκε και την απέφυγε.

Το 306 μ.Χ. ο Μ.Κωνσταντίνος που διέπρεπε σε όλες στις μάχες, μετά το θάνατο του πατέρα του ανακηρύσσεται από τους στρατιώτες του, στο Γιορκ της Μ. Βρετανίας Καίσαρας, οπότε και καλεί τη μητέρα του κοντά του. Έτσι, η Αγία Ελένη βρίσκεται στην αυλή του γιου της στους Τρεβήρους (σημερινή Trier της Γερμανίας) και στη Ρώμη. (Ενδείξεις για τη διαμονή της στη γερμανική επαρχία της αυτοκρατορίας αποτελούν τα ερείπια και οι τοιχογραφίες του ανακτόρου της Τρηρ). Στη Ρώμη μετέβησαν όταν κάλεσαν τον Μ.Κων/νο να γίνει Αύγουστος και αυτό έγινε μετά τη νίκη του στη Μιλβία Γέφυρα, όπου ηττήθηκε ο Μαξέντιος, ο οποίος του αντιστάθηκε.

Η Αγία Ελένη έζησε από κοντά όλη την εξελικτική πορεία του Μ. Κωνσταντίνου (Καίσαρας, Αύγουστος, Αυτοκράτορας) και κάτι ακόμη πιο σημαντικό, το περίφημο όραμα του μεγάλου Κωνσταντίνου το 322 μ.Χ., πριν τη μάχη της Μιλβίας Γέφυρας: το φωτεινό σταυρό μέρα μεσημέρι στον ουρανό, με την επιγραφή «Τούτω Νίκα». Τότε, η Αγία Ελένη πρέπει να έλαβε το χριστιανικό βάπτισμα, σε ηλικία 60 περίπου ετών, έπειτα από πολυετή κατήχηση, προετοιμασία και αφοσίωση στα διδάγματα του χριστιανισμού.

Στην αυτοκρατορική αυλή, η Αγία Ελένη κατείχε εξέχουσα θέση, γιατί εκτίμησε πολύ ο Μ.Κων/νος την ενέργειά της να αποχωρήσει αθόρυβα από τη ζωή του συζύγου της αφ' ενός και αφ' ετέρου για την μεγάλη φροντίδα του στον ίδιο. Ήδη πριν το 324, ο Mέγας Κωνσταντίνος της είχε απονείμει τον τίτλο της Nobilissma Femina και έκοψε νομίσματα με τη μορφή της. Μετά το 324 κι αφού νίκησε τον αντίπαλό του Λικίνιο, και παρέμεινε κύριος Ανατολής και Δύσεως, αντί βασιλομήτορα, την ονόμασε Αυγούστα. Ακόμη, στο Φόρο της Κωνσταντινούπολης, ύψωσε τις στήλες «Κωνσταντίνου και Ελένης». που έφεραν όμως την επιγραφή: «Εις Άγιος, εις Κύριος Ιησούς Χριστός, εις δόξαν Θεού Πατρός, Αμήν». Με αυτή τη πράξη του, έφερε νέο ήθος στό θεσμό.

Επίσης της παραχώρησε το ανάκτορο στο Σεσσόριο του Λατερανού, όπου της έκτισε κι έναν ωραίο ναό. Εκεί η Αγία Ελένη ζούσε μια διακριτική ζωή, αφιερωμένη σε φιλανθρωπικά έργα και στη διάδοση της χριστιανικής διδασκαλίας. Υπέδειξε μάλιστα στο γιο της να ιδρύσει δημόσια πτωχοκομεία, νοσοκομεία, ορφανοτροφεία (κατά παραχώρηση, θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε το σύγχρονο όρο «κρατική πρόνοια», του οποίου σκαπανέας φαίνεται ότι υπήρξε η Αγία Ελένη).

Τη θέση της όμως στην Ιστορία, η Αγία Ελένη την οφείλει στο ταξίδι της στην Παλαιστίνη και τις υπόλοιπες ανατολικές επαρχίες της αυτοκρατορίας. Κατά τη διάρκεια της Α’ Οικουμενικής Συνόδου (325 μ.Χ.) που συνεκάλεσε ο ίδιος για να ειρηνεύσει την εκκλησία, πληροφορήθηκε για την κατάσταση που επικρατούσε στους Αγίους Τόπους και για αυτό έστειλε τη μητέρα του στην Ιερουσαλήμ, με σκοπό να ερευνήσει και να φέρει στο φως τα διάφορα μέρη στα οποία έζησε και δίδαξε ο Χριστός.

Την απώλεια του γιού του και της Φαύστας, που τους θρήνησε σε όλη του τη ζωή, επικαλούνται ιδιαίτερα οι εχθροί του Μ.Κων/νου λέγοντας ότι τους σκότωσε για να ισχυροποήσει τη θέση του συγχρόνως δε επικρίνουν την εκκλησία για την αγιοποίησή του. Δεν θέλουν να γνωρίζουν την τότε επικρατούσα κατάσταση, ούτε την αξία της μετάνοιας και τα μαθηματικά του Θεού (κατά το Γέρ. Παΐσιο) που πρώτος οικιστής του Παραδείσου είναι ο ληστής! Και η Αγία Ελένη κατόπιν ζητούσε συγχώρεση από το Θεό για αυτές τις άδικες αποφάσεις του γιού της (πρέπει να είναι η μοναδική περίοδος που οι σχέσεις του Μ.Κωνσταντίνου και της μητέρας του διήλθαν κρίση, χωρίς όμως να άρει και την εύνοιά του από το πρόσωπό της. Άλλωστε ο Μ. Κων/νος σε αυτό το ζήτημα έπεσε θύμα απάτης, όπως αναφέραμε και εάν είναι αλήθεια όλα αυτά, τα γεγονότα που βέβαια συνέβησαν πριν αποφασίσει να γίνει Χριστιανός).

Δύο είναι οι σημαντικότερες πράξεις του Αγίου Κων/νου. Η πρώτη είναι η υπογραφή του διατάγματος των Μεδιολάνων το 313 μ.Χ. με το οποίο σταμάτησαν οι διωγμοί τριών αιώνων κατά των Χριστιανών, αποφυλακίσθηκαν όλοι οι διωκώμενοι σε όλη την επικράτεια και έκτοτε επιτρέπετο νόμιμα πλέον να λατρεύεται ο Χριστός στις εκκλησίες τους. Επέβαλε την ανεξιθρησκεία, όχι την επισημοποίηση του Χριστιανισμού, η οποία έγινε αργότερα από τον Μέγα Θεοδόσιο.

Η δεύτερη σημαντική του πράξη ήταν η μεταφορά της πρωτεύουσας της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας από την Ρώμη στο αρχαίο Βυζάντιο, που ονομάσθηκε από τον ίδιο Νέα Ρώμη, η μετονομασθείσα αργότερα Κωνσταντινούπολη, και η οποία είχε ζωή περίπου 1.100 χρόνια, σημαντικό γεγονός για την παγκόσμια ιστορία και ιδιαίτερα για εμάς τους Έλληνες.

Μ
ετά το σημείο της εμφανίσεως του Τιμίου Σταυρού, ο Μ.Κων/νος έφερε λάβαρο με το Τίμιο Σταυρό και το μονόγραμμα ΧΡ, σε κάθε μάχη. Μάλιστα Τον έστησε σε κεντρικά σημεία της Ρώμης και εστράφη πιό θερμά στό Χριστιανισμό. Κατόπιν έστειλε τη μητέρα του στά Ιεροσόλυμα, όπως αναφέραμε, να προσπαθήσει να ερευνήσει για τυχόν σημεία της παρουσίας του Κυρίου στη γη. Ο Ευσέβιος περιγράφει με λεπτομέρειες το ταξίδι της Αγίας Ελένης (VC, 3.42-47). Το παρουσιάζει ως ένα ευλαβέστατο προσκύνημα στους Αγίους Τόπους, κατά το οποίο η Αγία Ελένη επιδιδόταν σε πράξεις φιλανθρωπίας συντηρώντας ολόκληρες κοινότητες, ανεγείροντας ιδρύματα κοινής ωφελείας με αυτοκρατορικές επιχορηγήσεις και ιδρύοντας μονές και κτίζοντας ναούς. Το γεγονός ότι σε τόσο μεγάλη ηλικία (πρέπει να ήταν περίπου 78 χρονών, όταν ξεκίνησε την περιοδεία της) ανέλαβε μία τόσο κοπιαστική αποστολή, καταδεικνύει μία γυναίκα πιστή, με εξαιρετική δύναμη χαρακτήρα και ισχυρή θέληση.

Ττη Βηθλεέμ και το Γολγοθά διεξήγαγε μεγάλες ανασκαφές, κατά τις οποίες βρέθηκαν οι τόποι της Γέννησης, της Σταύρωσης και της Ανάστασης του Χριστού. Εκεί, αφού έδωσε εντολή να κατεδαφιστεί ο ναός της Αφροδίτης από το Γολγοθά, η Αγία Ελένη ανέγειρε με αυτοκρατορικές χορηγίες τους μεγαλοπρεπείς ναούς της Γέννησης (στη Βηθλεέμ) και της Ανάστασης (στο λόφο του Γολγοθά), που μέχρι σήμερα αποτελούν τα σημαντικότερα μνημεία του Χριστιανισμού και αναστήλωσε την ερειπωμένη τότε Αγία Πόλη.

Η μεγάλη δόξα της Αγίας Ελένης, μεταξύ προπάντων των χριστιανικών πληθυσμών, οφείλεται στην εύρεση του Τιμίου Σταυρού. Ο Ρουφίνος είναι εκείνος, που στη δική του «Εκκλησιαστική Ιστορία», συνδέει την Αγία Ελένη με την εύρεση του Τιμίου Σταυρού (Hist. Eccl 10, 7-8)

Αφού ολοκλήρωσε το ταξίδι της στην Ανατολή, η Αγία Ελένη εγκαταστάθηκε στη Νικομήδεια. Εκεί απεβίωσε σε ηλικία 80 ετών έχοντας στο πλευρό της το γιο της Μ.Κωνσταντίνο, όπως μας πληροφορεί ο Ευσέβιος (VC, 3.46). Το γεγονός ότι από τις αρχές του 329 μ.Χ. σταματάει απότομα η κοπή νομισμάτων με τη μορφή της, μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο θάνατός της επήλθε στα τέλη του 328 ή στις αρχές του 329. Ενταφιάστηκε με βασιλικές τιμές στη Ρώμη, στο μαυσωλείο της οδού Λαβικάνας. Αργότερα, το λείψανό της μεταφέρθηκε στις κατακόμβες Πέτρου και Μαρκελλίνου. Η πορφυρή σαρκοφάγος που περιείχε το σκήνωμά της, σήμερα βρίσκεται στο μουσείο του Βατικανού. Η Εκκλησία την ανακήρυξε Αγία και Ισαπόστολο.

Ττο μεταξύ ο Άγιος Κων/νος και λίγο πριν πεθάνει, αξιώθηκε του Αγίου Βαπτίσματος, το οποίο επιθυμούσε να γίνει στον Ιορδάνη, αλλά δεν μπόρεσε και αμέσως μετά είπε: «Νυν αληθεί λόγω μακάριον οιδ’ εμαυτόν, νυν της αθανάτου ζωής πεφάναι άξιον, νυν του θείου μετειληφέναι φωτός πεπίστευκα». Τώρα, δηλαδή, σύμφωνα με το λόγο της αληθείας, ξέρω ότι είμαι μακάριος, τώρα έχω γίνει άξιος της αθανάτου ζωής, τώρα έχω πιστέψει πως έλαβα το θείο φως. Έκτοτε δεν φόρεσε ξανά τον βασιλικό μανδύα, μέχρι τη στιγμή που αρρώστησε και κοιμήθηκε, την ημέρα της Πεντηκοστής 21η Μαΐου του έτους 337.

Ο λαός τον λάτρευσε γιατί φρόντισε τα οικονομικά του κράτους, που ήταν σε αθλία κατάσταση, για τα Ιδρύματα που ανήγειρε, για την αναμόρφωση του δικαίου, με τις αρχές του Ευαγγελίου, και γενικά για την χρηστή διοίκηση, που κατώρθωσε και έστησε ένα κράτος μοναδικό και αξιοζήλευτο για την εποχή του και όχι μόνον! Και βέβαια για το μεγάλο του ενδιαφέρον για τα εκκλησιαστικά ζητήματα που ανεφάνησαν, συγκροτώντας οικουμενική σύνοδο.

Εκοιμήθη σε ηλικία 63 ετών. Η Ιστορία ονόμασε τον Κωνσταντίνο Μέγα για τη διορατικότητά του, την κυριαρχία του κράτους του σε ολο το κόσμο, από τη Μεσοποταμία μέχρι τη Μεγάλη Βρετανία. Αξιοσημείωτο είναι ότι δεν έχασε καμμία μάχη είτε στο εσωτερικό, είτε στο εξωτερικό μέτωπο. Η δε Εκκλησία τον ανεκήρυξε Άγιο και Ισαπόστολο για το τεράστιο ιεραποστολικό του έργο. Τεμάχιο Ιερού λειψάνου του ευρίσκεται στην Ιερά Μονή Κωσταμονίτου Αγίου Όρους, μυροβλίζον, επίσης και άλλα αντικείμενα που έφερε, όπως το Σταυρό και τούς ήλους.

Η μνήμη και των δύο αγίων εορτάζεται από τους Ορθοδόξους, στις 21 Μαΐου, ενώ από τους Καθολικούς στις 18 Αυγούστου, αλλά μόνο η Αγία Ελένη. (Η Καθολική Εκκλησία δεν έχει κατατάξει στους αγίους της το Μέγα Κωνσταντίνο και πως άλλωστε να το έκανε..).


Απολυτίκιο
«Πρώτος πέφηνας, εν Βασιλεύσι, θείον έδρασμα, της ευσεβείας, απ’ ουρανού δεδεγμένος το χάρισμα· όθεν Χριστού τον Σταυρόν εφανέρωσας, και την Ορθόδοξον πίστην εφήπλωσας. Κωνσταντίνε Ισαπόστολε, συν Μητρί Ελένη θεόφρονι, πρεσβεύσατε υπέρ των ψυχών ημών»

Απολυτίκιο
«Του Σταυρού σου τον τύπον εν ουρανώ θεασάμενος, και ως ο Παύλος την κλίσιν ουκ εξ ανθρώπων δεξάμενος, ο εν Βασιλεύσιν Απόστολος σου Κύριε, Βασιλεύουσαν πόλιν τη χειρί σου παρέθετο· ην περίσωζε δια παντός εν ειρήνη, πρεσβείαις της Θεοτόκου, μόνε Φιλάνθρωπε»




Παρασκευή, Μαΐου 09, 2014

Άγιος Χριστόφορος Μεγαλομάρτυρας . Προστάτης των Οδηγών .

Βίος Αγίου Χριστοφόρου του Μεγαλομάρτυρα
Ο Άγιος Χριστόφορος ο Μεγαλομάρτυρας τιμάται στις 9 Μαΐου



Ο Άγιος Χριστοφόρος γεννήθηκε περί το 200 μ.Χ. σε μια βάρβαρη χώρα της Ανατολής και της Ασίας. Γεννήθηκε από μια φυλή ανθρωποφάγων. Ήταν γιγαντόσωμος αλλά όμως 
και πολύ άσχημος. Γι' αυτό και τον ονόμασαν Ρέπροβο, που σημαίνει, κακομούτρης δηλ σκυλομούρης «κυνοπρόσωπος». Αλλά είχε καλή καρδιά και ο Θεός τον καθοδήγησε 
ώστε να τον γνωρίσει.

Γνωρίζει τον Βασιλέα Χριστό
Ο Άγιος επειδή είχε μεγάλη σωματική δύναμη, αποφάσισε να πάει προς τα Δυτικά μήπως βρει κάποιον Βασιλέα μεγάλο για τον υπηρετήσει. Στον δρόμο του όμως συνάντησε έναν 
ασκητή, τον οποίο ρώτησε εάν γνωρίζει κανέναν μεγάλο βασιλέα. Ο ασκητής τον φιλοξένησε στο καλύβι του και του είπε ότι γνωρίζει τον πιο Μεγάλο Βασιλέα. Έτσι ο ασκητής τον 
κατήχησε εις Χριστόν και τον προέτρεψε Αυτόν τον Βασιλέα να υπηρετήσει, με νηστείες και προσευχές. Ο Άγιος όμως τους είπε ότι για το πρώτο του ήταν αδύνατον να νηστέψει 
και για το δεύτερο δηλαδή να προσευχηθεί δεν ήεξερε. Τότε ο ασκητής του έδειξε ένα ποτάμι, το οποίο δεν είχε γεφύρι και τον παρότρυνε να περνάει όλους τους διαβάτες από 
τους ώμους του δωρεάν. Αυτό ο Άγιος είπε ότι μπορούσε να το κάνει γιατί τον βοηθούσε η σωματική του διάπλαση. Έτσι έχτισε ένα καλύβι εκεί και υπηρετούσε όλους τους 

Γιατί ονομάστηκε Χριστοφόρος;
Ένα βράδυ ο Άγιος ήταν στο κελί του και προσευχόταν ενώ έξω είχε σφοδρή καταιγίδα και το ποτάμι είχε φουσκώσει. Άκουσε τότε κλάματα ενός μικρού παιδιού και όταν βγήκε 
έξω άκουσε το παιδί που έκλαιγε και Τον φώναζε να τον περάσει πέρα, για να μην πεθάνει από το κρύο και την βροχή. Πήρε λοιπόν ο Άγιος ένα μεγάλο ξύλο, έκαμε το σταυρό του 
και μπήκε στο ποτάμι. Πέρασε πέρα και πήρε στον ώμο του το παιδί. Όταν μπήκε στο ποτάμι, το παιδί του φαινότανε, πως βάραινε διαρκώς. Στηριζόταν με δύναμη στο ξύλο, για 
να περάσει και να μη παρασυρθεί από το φουσκωμένο ποτάμι. Η δοκιμασία ήταν μεγάλη. Επιτέλους έφθασε στη αντίπερα όχθη. Όταν άφησε το παιδί του είπε:
- Παιδί μου, τον κόσμο όλον, αν σήκωνα, δεν θα ήταν τόσο βαρύς όσο συ.
- Και όμως! του είπε το παιδί. Μετέφερες όχι μόνον τον κόσμο όλον, αλλά Εκείνον, που έπλασε τον κόσμο. Είμαι ο Βασιλεύς Χριστός, τον Οποίον εδώ υπηρετείς. Έπειτα από τα 
λόγια αυτά, το παιδί έγινε άφαντο.
Ο Άγιος γι’ αυτό και ζωφραφίζεται περνώντας το ποτάμι, στηριζόμενος στο ξύλο και με το παιδίον - Χριστό στον ώμο. Επειδή δε μετέφερε τον Χριστό ονομάστηκε, κατόπιν όταν 
βαπτίσθηκε, από Ρέπροβος, Χριστοφόρος. Από το περιστατικό αυτό, που μετέφερε τον Χριστό, είναι και ο προστάτης των μεταφορών. Είναι ο προστάτης των αεροπόρων, των 
αυτοκινητιστών, των ταξιδιωτών και όλων των επαγγελμάτων, που απαιτούν μεγάλες δυνάμεις.



Ελέγχει τους χριστιανομάχους
Κάποτε κατέκτησαν την χώρα οι Ρωμαϊκές λεγεώνες και τον Άγιο τον συνέλαβαν και τον πήγαν αιχμάλωτο στην Ρώμη. Εκεί τον Άγιο τον εκμεταλλεύονταν και τον ειρωνεύονταν, 
τον αποκαλούσαν ασχημομούρη. Φαίνεται, ότι κατόπιν είχε καταταγεί και στις Ρωμαϊκές Λεγεώνες κι πολέμησε επί Γορδίου και Φιλίππου εναντίον των Περσών.
Το τέταρτον έτος της βασιλείας του ο αυτοκράτορας Δέκιος κήρυξε διωγμό εναντίον των Χριστιανών. Τότε ο Άγιος βρισκόταν στα μέρη της Λυκίας και εκεί έβλεπε που 
βασανίζονταν οι χριστιανοί από τους ειδωλολάτρες και στεναχωριόταν πολύ. Αλλά δεν μπορούσε να μιλήσει καλά. Προσευχήθηκε στον Κύριο να του δώσει λαλιά ώστε να ελέγξει 
τον τύραννο. Τότε ήρθε Άγγελος Κυρίου και του έλυσε την γλώσσα ώστε μιλούσε σαν ρήτορας. Γύρισε κατόπιν ο Άγιος στην πόλη και άρχισε να ελέγχει τους χριστιανομάχους. 
Ένας όμως υπηρέτης που ήταν εκεί τον άκουσε και πήγε τον κατήγγειλε στον βασιλιά. Μόλις τα έμαθε ο Δέκιος έγινε θηρίο και διέταξε να συλλάβουν τον Άγιο.

Ο Άγιος συλλαμβάνεται
Οι στρατιώτες, που έστειλε ο Δέκιος να τον πιάσουν, τον είδανε από μακριά και φοβήθηκαν να τον πλησιάσουν.
- Τί φοβόμαστε; είπε ένας. Άοπλος είναι.
Τον πλησίασαν και τον ρώτησαν:
- Από που είσαι, άνθρωπε, και γιατί κλαις;
- Κλαίω, τους είπε, για τους ανθρώπους, που δεν έχουν μυαλό. Που άφησαν τον Αληθινό Θεό και προσκυνούν τα αναίσθητα είδωλα.
Κατόπιν οι στρατιώτες του είπαν ότι ο βασιλιάς διέταξε να τον πάνε δεμένο σε αυτόν. Ο Άγιος τους ζήτησε να τον αφήσουν πρώτα πάρει το πολύτιμο Άγιο Βάπτισμα και κατόπιν 
θα τους ακολουθήσει. Αυτοί όμως του είπαν ότι δεν μπορούσαν να περιμένουν διότι δεν είχαν να φάνε και πεινούσαν. Κατόπιν οι στρατιώτες ότι ο Άγιος είχε ένα κομμάτι ψωμί για 
αυτόν και του είπαν:
- Αν έχεις την δύναμη να μας χορτάσεις με αυτό το κομμάτι το ψωμί όλους, ευχαρίστως θα ακολουθήσουμε και εμείς τον Θεό σου.
Όταν το άκουσε ο Άγιος αυτός χάρηκε πολύ και αμέσως γονάτισε και προσευχήθηκε στον Κύριο να ευλογήσει τον άρτο εκείνον ώστε να φωτιστούν και αυτοί οι στρατιώτες. Και 
τότε ώ του θαύματος είδαν το κομμάτι εκείνο να πολλαπλασιάζεται, διότι Άγγελος Κυρίου φάνηκε μπροστά τους και το ευλόγησε. Πλήθυνε τόσο πολύ, που μπορούσαν να 
χορτάσουν και να περισσέψει. Έπειτα μετά από αυτό το θαύμα οι στρατιώτες έπεσαν στα πόδια του Αγίου και τον παρακαλούσαν να τους μιλήσει για τον Θεό του. Αυτός τους 
δίδαξε και κατόπιν όλοι μαζί πήγαν στην Αντιόχεια στον Επίσκοπο Βαβύλα ο οποίος τους κατήχησε καλύτερα και μετά όλους τους βάπτισε. Και τον Ρέπροβο τον ονόμασε 
Χριστοφόρο.
Έπειτα ο Άγιος Χριστοφόρος συμβούλεψε τους στρατιώτες να πάνε όλοι μαζί στον βασιλιά και να ομολογήσουν την πίστη τους. Εάν όμως αυτοί δείλιαζαν τους είπε να φύγουν 
αλλά να φροντίσουν για την σωτηρία της ψυχής τους. Όμως όλοι οι στρατιώτες αποφάσισαν να πάνε όλοι μαζί με τον Άγιο στον βασιλιά και να ομολογήσουν την πίστη τους. 
Κατόπιν ο Άγιος τους ζήτησε να του δέσουν τα χέρια και να ξεκινήσουν όλοι μαζί για τον αυτοκράτορα.

Μπροστά στον αυοκράτορα
Όταν φθάσανε στα άνάκτορα, και τον είδε ο Δέκιος να είναι γιγαντόσωμος και γενναίος φοβήθηκε.
- Φοβήθηκες, δύστυχε, εμένα τον άνθρωπο, του είπε ο Χριστοφόρος. Πως όμως θα υπομείνεις την οργή του Θεού, κατά την ώρα της Κρίσεως, όταν θα αντικρίσεις τον Θεό, για 
να δώσεις λόγο στο φοβερό εκείνο Κριτήριο για τα εγκλήματα σου κατά των χριστιανών και για τις τόσες ψυχές, που έστειλες στην Κόλαση, με το να τις εξαναγκάσεις να αρνηθούν 
τον Χριστό!
Ο αυτοκράτορας στην αρχή του μιλούσε με καλοσύνη διότι ήθελε να τον κάνει να αρνηθεί τον Χριστό και να τον έχει στα στρατεύματα του γιατί του έλεγε ότι δεν ήθελε να πεθάνει 
άδικα. Τότε ο Άγιος απάντησε με ανδρεία:
- Θεός φυλάξοι! είπε, ν' αρνηθώ τον Αληθινό Θεό μου, και να προσκυνήσω τα χαμένα είδωλά σου. Φύλαξε τ' αγαθά σου για τον εαυτό σου και τους ομόφρονες σου. Εγώ δεν 
λυπούμαι το σώμα μου, αλλά την ψυχή μου. Γι αυτό λατρεύω και προσκυνώ τον Αθάνατο Θεό. Οι δικοί σας θεοί είναι δαίμονες και σας πλανούν, μέχρις ότου οδηγήσουν τις 
ψυχές σας στην απώλεια. Μη χάνεις λοιπόν τα λόγια σου και μη ελπίζεις, ότι εγώ θα πιστέψω ποτέ στους ψεύτικους θεούς. Πράξε ότι σκέπτεσαι και χωρίς αναβολή.



Τα φρικτά μαρτύρια
Τότε ο Δέκιος διέταξε να κρεμάσουν τον Άγιο από τις μεγάλες τρίχες της κεφαλής του. Να δέσουν δε ένα βαρύ λιθάρι στα πόδια του και να κεντούν με σπαθιά όλο το σώμα του. 
Ο Άγιος τα υπέμεινε ανδρείως και κρεμασμένος έλεγε προς τον τύραννο:
- Δεν σε υπακούω, ασεβέστατε, ούτε προσκυνώ τους θεούς σου, ούτε υπολογίζω τα βάσανα, όσο φρικτά και αν είναι, γιατί, είναι πρόσκαιρα και θα περάσουν. Εσένα όμως σε 
περιμένει, το πυρ το αιώνιο, που θα κληρονομήσεις με τους δαίμονας, τους οποίους λατρεύεις, πανάθλιε!
Οργίστηκε τότε περισσότερο ο βασιλιάς και διέταξε να καίνε τις μασχάλες του με αναμμένες λαμπάδες.
Κατόπιν τούτου έστειλε προς αυτόν δύο διεφθαρμένες γυναίκες, την Ακυλίνα και την Καλλινίκη, ελπίζοντας ότι με τα θέλγητρα τους θα τον σαγήνευαν και θα τον παρέσυραν. 
Οι δύο γυναίκες, αφού άκουσαν την προτροπή του Αγίου, για να επανέλθουν στον δρόμο της αγνότητας και της αρετής, έγιναν Χριστιανές και αφού παρουσιάστηκαν στον 
αυτοκράτορα, ομολόγησαν τον Χριστό. Γι αυτό και βρήκαν μαρτυρικό θάνατο πρώτη η Ακυλίνα η οποία μαρτύρησε στις 1 Απριλίου και δεύτερη η Καλλινίκη η οποία μαρτύρησε 
στις 2 Απριλίου.

Το μαρτύριο των 200 στρατιωτών
Ο Δέκιος γύρισε στον Άγιο και με λύσσα τον έβριζε. Και τον διέταξε να θυσιάσει στους θεούς. Ο Άγιος όμως με σταθερεί την ομολογία του στον Χριστό προέτρεψε και τους 
στρατιώτες που είχαν πιστέψει να μπουν και αυτά στον αγώνα. Οι στρατιώτες ομολόγησαν το θαύμα του Αγίου και ομολόγησαν την πίστη τους στον Σωτήρα Χριστό. Ο Δέκιος 
κατόπιν φοβούμενος μήπως και άλλοι ακολουθήσουν το παράδειγμα τους, διέταξε να αποκεφαλιστούν έξω από την πόλη. Τα δε λείψανά τους τα έριξε μέσα σε ένα καμίνι για να 
τα κάψουν. Αλλά η φωτιά δεν τα άγγιζε καθόλου. Οι δε ευσεβείς τα παραλάβανε την νύχτα κρυφά και τα θάψανε, με μεγάλη ευλάβεια. Ήτανε 7 Απριλίου του 251 μ.Χ.

Τον σέβεται το πυρ και πιστεύουν 1000
Κατόπιν ο Δέκιος φυλάκισε τον Άγιο και ύστερα από μερικές ημέρες τον οδήγησε και πάλι στο κριτήριο. Βλέποντας ο Δέκιος την σταθερότητα του Αγίου διατάσσει να βάλουν τον 
Χριστοφόρο να καθίσει επάνω σ' ένα χάλκινο κάθισμα. Κάτω από το κάθισμα βάλανε ξύλα άφθονα και ρίξανε επάνω τους είκοσι στάμνες λάδι. Έπειτα ανάψανε τη φωτιά. Οι 
φλόγες κυκλώσανε τον Άγιο και ανέβαιναν ψηλά. Ο Άγιος αισθανόταν σαν να ήτανε σε τόπο δροσερό κι' ευχάριστο. Ύστερα από αρκετή ώρα έσβησε η φωτιά και ο Άγιος βγήκε 
τελείως υγιής και σώος. Ούτε μια τρίχα της κεφαλής του δεν κάηκε ούτε τα ενδύματα του έπαθαν τίποτε. Βλέποντας αυτό το θαύμα οι παρευρισκόμενοι, πιστέψανε στο Χριστό. 
Ήτανε περίπου χίλιοι άνθρωποι. Και όλοι εκείνοι βροντοφωνάζανε:
- Πιστεύομε κι' εμείς στο Χριστό. Μέγας είναι ο Θεός των Χριστιανών. Βοήθησέ μας, Βασιλεύ Ουράνιε.
Βλέποντας ο Δέκιος τον ενθουσιασμό και την αναταραχή του λαού, φοβήθηκε. Έτρεξε ανάμεσα από τον επαναστατημένο λαό και κρύφτηκε στ' ανάκτορα του. Έτσι ο Άγιος, 
ελεύθερος πλέον, έμεινε στην αγορά και άρχισε να μιλάει στο λαό, σ' εκείνους που είχαν πιστέψει. Στερέωνε έτσι με τα λόγια του τον κόσμο στην αληθινή πίστη του Χριστού. Την 
άλλη μέρα, που είχανε μεγάλη γιορτή οι ειδωλολάτρες, ο αυτοκράτορας κάθισε στο βήμα κι' έδωσε διαταγή σε μεγάλο στρατιωτικό τμήμα, να συλλάβουν τους χριστιανούς και να 
τους αποκεφαλίσουν. Ο Χριστοφόρος τους έδινε θάρρος.
- Μη δειλιάσετε, τους έλεγε, στον πρόσκαιρο θάνατο. Μόνο έτσι θα ζείτε αιώνια στον Παράδεισο.
Εκείνοι ακούγοντας τους λόγους του με χαρά δέχτηκαν τον θάνατο, σαν αγνά κι άκακα αρνιά. Ήτανε 9 Απριλίου του 251 μ.Χ.



Καταδικάζεται
Ο Δέκιος έπειτα από αυτά σκεφτόταν διαφόρους τρόπους, για να θανατώσει τον Μάρτυρα. Διέταξε, λοιπόν, και δέσανε στο λαιμό του Αγίου ένα μεγάλο λίθο. Έπειτα τον δέσανε 
χειροπόδαρα και τον πετάξανε σ' ένα βαθύ πηγάδι. Πιστεύανε πως αυτό θα ήτανε και το τέλος του Αγίου. Ο Θεός όμως δεν άφησε τον δούλο του. Άγγελος Κυρίου κατέβηκε στο 
πηγάδι και τον έβγαλε ζωντανό κι' άβλαβή. Μόλις τον είδε ο Δέκιος δαιμονίσθηκε από το κακό του. Έξαλλος στριφογύριζε και μονολογούσε. Δεν μπορούσε να το χωνέψει αυτό. 
Τότε ο τύραννος σκέφθηκε άλλο σατανικό μαρτύριο. Διέταξε να φτιάξουνε ένα χάλκινο ένδυμα. Αυτό το πήρανε και το βάλανε στη φωτιά. Όταν το μέταλλο έγινε φλογοκόκκινο, του 
το φορέσανε και προσμένανε να καεί. Θαύμα όμως μεγάλο έγινε. Η φωτιά του πυρωμένου χαλκού δεν τον άγγιξε καθόλου! Τον άφησε σώο και άβλαβη! Ο αυτοκράτορας έγινε έξω 
φρενών, αλλά συνέχιζε να τον παρακινεί, για να θυσιάσει στα είδωλα. Ο Άγιος με σταθερότητα του επανέλαβε:
- Το είπα και το διεκήρυξα. Το άκουσες τόσες φορές. Το ξέρεις καλά, ότι δεν αλλάζω γνώμη. Γιατί επιμένεις; Δεν πρόκειται να γονατίσω στα είδωλα, δεν πρόκειται να προσκυνήσω 
τα ξόανα. Γιατί λοιπόν κοπιάζεις και χάνεις άδικα τον καιρό σου; Εγώ, βασιλεύ, τον Θεό μου προσκυνώ. Και λατρεύω τον προαιώνιο Θεό. Κάνε λοιπόν ότι θέλεις.
Αφού είδε ο Δέκιος την σταθερή πίστη του Αγίου τρέμοντας από οργή, βροντοφώναξε την θανατική καταδίκη του Μάρτυρος και είπε: .
- «Εγώ ο αυτοκράτωρ των Ρωμαίων διατάσσω να αποκεφαλιστεί ο δυστιμώρητος κι' άχρηστος αυτός χριστιανός, διότι καταφρόνησε τα προστάγματά μου».

Αποκεφαλίζεται
Τον πήρανε τότε τον Άγιο οι δήμιοι και τον οδήγησαν στον τόπο της τελειώσεως. Εκεί ο Μάρτυς του Χριστού ζήτησε από τον δήμιο να σεβασθεί την τελευταία του επιθυμία και να 
του δώσει την άδεια να προσευχηθεί. Η άδεια του δόθηκε. Και μέσα σε μια ατμόσφαιρα νεκρικής σιγής, ενώ όλοι τον ακούγανε με κατανυκτική συγκίνηση, ο Άγιος προσευχήθηκε 
ως έξης:
— Κύριε, Θεέ μου, Παντοκράτορα, Σ' ευχαριστώ. Σε όλα και με όλα με βοήθησες. Ντρόπιασες τον εχθρό μου τον διάβολο και τους υπηρέτες του. Τώρα, Πανάγαθε Θεέ, πού ήρθε 
ή στιγμή του τέλους της επίγειας ζωής μου, σε παρακαλώ βοήθησε με. Δέξου ειρηνικά το πνεύμα μου. Κατάταξέ με στους ευτελέστερους δούλους σου. Και τον άδικο Δέκιο κρίνε 
τον κατά τα έργα της ασεβείας του. Η τιμωρία του θα είναι δικαία και οι δαίμονες θα τον κυριαρχούν και θα του κατατρώγουν τις σάρκες μέχρις, ότου αφανισθεί. Σε παρακαλώ 
ακόμη Θεέ μου, να βοηθήσεις τους χριστιανούς και να τους απαλλάξεις από τους σκανδαλισμούς του διαβόλου. Πολυεύσπλαχνε Κύριε, δώσε την χάριν Σου στο σώμα μου, να 
διώχνει τους δαίμονες, όπου βρεθεί μέρος από το λείψανο μου. Δώσε την χάριν Σου, Κύριε, ώστε να μην συμβεί ποτέ πείνα, καταστροφή από χαλάζι, και από ότι άλλο κακό, εκεί 
όπου θα υπάρχει έστω κι' ένα μικρό μέρος από το λείψανο μου. Φύλαγε, Κύριε, από κάθε κακό, σώους, γερούς κι' ανέγγιχτους από κάθε κακό εκείνους που γιορτάζουν την μνήμη 
του Μαρτυρίου μου και διαβάζουν το Μαρτύριο μου. Έτσι θα δοξάζεται το όνομά Σου το ευλογημένο...
Κι' ενώ έτσι τελείωσε την προσευχή του ο Άγιος, ήλθε φωνή από τον Ουρανό σαν απάντηση, που έλεγε:
- Όλα όσα μου ζήτησες τα εκπληρώνω, για να χαρής. Σου λέγω όμως και κάτι παραπάνω. Εάν κάποιος με ζητήσει σε βοήθειά του στην προσευχή του και θυμηθεί το όνομά σου, 
αμέσως, πολύ γρήγορα θα έχει την βοήθειά μου... Έλα, λοιπόν, σε περιμένω. Έλα να χαρείς τώρα την μεγάλη κι' ασύγκριτη χαρά, που σου ετοίμασα. Πάλεψες, υπέφερες, 
αγωνίστηκες και νίκησες. Το στεφάνι της νίκης, που σε προσμένει είναι βαρύτιμο...
Μόλις άκουσε αυτά ο Άγιος πλημμύρισε από χαρά κι' ευτυχία. Με μάτια, που άστραφταν από λάμψη ουράνια, κοίταξε τον δήμιο με καλοσύνη και του είπε:
- Κάνε, παιδί μου, εκείνο που σε προστάξανε.
Ο δήμιος με ανάμικτα αισθήματα, πλησίασε ευλαβικά τον Άγιο κι' έπειτα τρέμοντας, τον αποκεφάλισε. Ήτανε 9 Μαΐου του 251 μ.Χ. Μετά την αποκεφάλιση του, προσήλθε ο 
Επίσκοπος Ατταλείας Πέτρος, ο οποίος αφού έδωσε μερικά αργυρά νομίσματα στους φρουρούς, στο απόσπασμα το εκτελεστικό, κατόρθωσε να πάρει το σώμα του Μάρτυρος. 
Το τύλιξε σε καθαρά σινδόνια με αρώματα και το μετέφερε στην πόλη



ΠΗΓΗ   http://xristianos.gr/forum/viewtopic.php?t=4692